Σάββατο 15 Μαΐου 2010

Παράσταση για μία φωνή

              1
Περπατούσαν ο ένας
πίσω από τον άλλον
σε μία γραμμή.
Ο απέραντος κόσμος άναβε
τη νύχτα του τα φώτα
μα αυτοί δεν είχαν φωνή
δεν είχαν όνομα.

Ούτε πρόσωπο είχαν
ούτε φύλο
ούτε παρελθόν
και οι βασανιστές τους
όμοιοι μ` αυτούς
μονάχα ο φόβος τους
ήταν πολύ μεγαλύτερος.

              2
Έκλαιγα στη σκάλα
είχε νυχτώσει
το φως
δεν το είχαν ακόμα ανάψει
ένα πουλί
ζωγράφισε
στο πάτωμα
ο
Θεός
δεν ήταν
περιστέρι.

              3
Με ποδήλατα
φεύγουν οι άγγελοι
που δεν πρόλαβες να δεις
κρατάνε χάρτινες αποσκευές
από παιδικά όνειρα.
Κοιμώνται στους σταθμούς
κρατάνε τη θέση
αυτών που θάρθουν
κατακουρασμένοι
πριν ξεντυθείς.

              4
Η τηλεόραση
μόνιμη πανσέληνος
κυκλώπειο βλέμμα
αυτή τον κοιτούσε,
τον παρακολουθούσε...

Με δεμένα κορδόνια
έτρεχε...

              5
Ισχυριζόταν
πως είδε ένα φως
κάποτε
να πέφτει στη ζωή του
με σπαραγμένες λέξεις.

Ένα τεντωμένο σχοινί
ήταν το μυαλό του
και πάνω του
το φως ανέτειλε.

              6
Κι έπειτα στην ακίνητη επιφάνεια του νερού
αυτός έβλεπε νεράιδες
τους διαλόγους των αρχαίων
σε μονοφωνία

ένα πηγάδι κοίταγε
και ήξερε πώς θα πετάξουν
αύριο τα πουλιά

η καρδιά του
ήτανε φούρνος
ανοιχτός
σε χιονισμένη στέππα.

              7
Κι όμως αυτόν τον άνθρωπο
τον απήγαγαν
με την κατηγορία πως ήταν νεκρός
δεν είχε αποδείξεις
κανείς δεν τον ήξερε
κάποιοι αόριστα τον θυμόντουσαν
ήταν μοναχός
δεν μπερδευόταν στις δουλειές των άλλων
σεβόταν ακόμα και τις αναμνήσεις τους.

              8     
Εκεί τον έβαλαν μαζί με τους άλλους
κατηγορούμενους
ήταν όλοι νεκροί
-ξεχασμένα πουλιά μονάχα πετούσαν
σε ασφαλές ύψος-

ο χρόνος είχε πεθάνει
άγνωστο από πότε
οι ιστορικοί δεν είχαν ακόμα εφευρεθεί
δεν του απήγγειλαν καμία κατηγορία
-αφού ήταν νεκρός-
δεν του αναγνώριζαν κανένα δικαίωμα
-αφού ήταν νεκρός-
δεν είχε κανένα λόγο
-αφού, είπαμε, ήταν νεκρός.

              9
Αυτός είχε το φως του
που μες την ερημία μεγάλωνε 
ένα φτωχό φως 
στην άκρη των πραγμάτων 
συνοδευτικό.

               10
Είχε χάσει το εγώ του
πριν από τριανταπέντε χρόνια
στην έρημο
ήταν ένα ατύχημα
του στοίχησε πολύ ακριβά
χρειάστηκε να βάλει ένα άλλο
δανεικό
και τώρα κι αυτό ακόμα τον πονούσε
αφάνταστα.

              11
Έβλεπε τους άλλους
σαν αυτό το (δανεικό) εγώ
την εκδίκηση σαν αρρώστια
το μίσος
ως φλύκταινα.

Την καταδίκη μασούσε
με ηρωισμό
και την έφτυνε τη νύχτα.


Γράφτηκε το 2003 για έναν ραδιοφωνικό διαγωνισμό